Είναι φορές που σκέφτομαι πως δεν είναι λίγες οι συμπτώσεις. Η σύγκριση της τυχαίας πλην μελετημένης αρχιτεκτονικής των οικισμών των Κυκλάδων έχει μερικά αιχμηρά κοινά στοιχεία με τους αυθαίρετους οικισμούς ανά τη χώρα… Ιερόσυλη σύγκριση; Όχι προτού απαντήσουμε στα ερωτήματα ένα προς ένα…
Συγκρίνω τους παλιούς κυκλαδίτες. Εκείνους που έκτισαν βοηθώντας ο ένας τον άλλο, ο αδερφός τον αδερφό κι ο γείτονας τον γείτονα. Που ανέπτυξαν και εξειδικεύτηκαν στην τέχνη του κτίστη. Που έχτιζαν όλοι μαζί το σπίτι του ενός. Και έχουμε σήμερα να διδασκόμαστε από αυτή την τοπική και γεμάτη θησαυρούς αρχιτεκτονική. Να στέλνουμε κατά κύματα τους φοιτητές για εργασίες αποτυπώσεων των παραδοσιακών οικοδομικών κειμηλίων και να γεμίζουμε τα πανεπιστημιακά ερμάρια με ανώνυμες φοιτητικές πληροφορίες, έτοιμες να τακτοποιηθούν στο επόμενο βιβλίο κάποιου καθηγητή. Αλλά και να στέλνουμε και τους τουρίστες κάθε καλοκαίρι και να τους παίρνουμε ακατέβατα τα αδιανόητα ποσά κι εκείνοι να τα προσφέρουν αδιαμαρτύρητα…
Αυτή η ανάπτυξη ξεκίνησε τον προ-περασμένο αιώνα και ολοκληρώθηκε στις αρχές του προηγούμενου. Ολοκληρώθηκε πριν εκφυλιστεί με τις «σύγχρονες» παραδοσιακές απόψεις. Έγινε προφανώς προ του ’55 ώστε σήμερα να αναζητούμε οικοδομικές άδειες και νομιμότητες, άλλωστε οι χαρακτηρισμοί των παραδοσιακών οικισμών ανά την επικράτεια είναι αρκετά παλιοί… Και διασφαλίζουν τα σύγχρονα διδάγματα.
Όμως κι εκείνοι οι μαστόροι τότε… δεν έχτισαν αυθαίρετα; Δεν έχτισαν χωρίς άδεια; Ακόμη κι αν οι οικοδομικοί κανονισμοί ήρθαν στην ζωή των Ελλήνων κάπου εκεί κοντά, χρονικά (βλ. άρθρο του κ. Σαρηγιάννη στο greekarchitects.gr) δεν μπορώ να τεκμηριώσω μια συγκεκριμένη ή ακριβή απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Αλλά η εικόνα που συναντάμε σε τέτοιους οικισμούς προδίδει μια και μόνο βεβαιότητα: Η εφαρμογή και ένταξη των μονάδων και των συνόλων στο φυσικό τοπίο είναι τόσο επιτυχής που δεν θα μπορούσε να οριστεί με κανόνες και νομοθεσίες. Οριζόταν μόνο από τη συνείδηση της τοπικής κοινότητας…
Κι αν οι σημερινοί αυθαιρετούχοι έκτισαν χωρίς άδεια, έκτισαν όμως και δίχως συλλογική συνείδηση. Έκτισαν με γνώμονα το «τι με νοιάζει εμένα, εγώ θα ζημιώσω το περιβάλλον;»
--
Οι τοπικοί κάτοικοι των νησιών η της ηπειρωτικής χώρας δεν έκτισαν κατόπιν μελέτης μηχανικού… Όπως και οι αυθαιρετούχοι της νέας γενιάς… Κανείς τους δεν συμβουλεύτηκε κάποιον που έφερε τίτλο και δίπλωμα… Οι παλιοί επειδή δεν διέθετε η κοινωνία τους. Δεν το είχε ανάγκη η κοινωνία τους. Επειδή πραγματικά ήξεραν να κτίζουν!
Οι νεότεροι επειδή το θεώρησαν ξεπερασμένο φρούτο! Επειδή πραγματικά νόμισαν ότι ήξεραν να κτίζουν…
Και πράγματι, το φρούτο του μηχανικού, εκείνου του μηχανικού που η κοινωνία σήμερα φωτογραφίζει ως εκείνον που πριν δύο δεκαετίες έβγαλε καλά χρήματα μόνο μέσα από τις «προμήθειες» των υλικών και των εργατικών και σαφώς εις βάρος των βαλαντίων των ιδιοκτητών, δεν ήταν καλό φρούτο… Κι ας υπάρχουν σήμερα μερικά «βιολογικά φρούτα», μερικοί νέοι μηχανικοί που εργαζόμαστε ελπίζοντας ότι θα βελτιωθούν τα πράγματα, που είμαστε λίγο πιο ακριβοί αλλά βιολογικής παραγωγής, υγιεινοί δίχως εμποτισμούς και κάθε είδους φάρμακα… Αυτό το φρούτο η κοινωνία των σύγχρονων αυθαιρετούχων δεν μπορούσε να το αντέξει...
--
Στους παραδοσιακούς οικισμούς, ιδίως σε περιοχές με έντονο φυσικό ανάγλυφο, συναντάμε κατοικίες και όγκους κυριολεκτικά τον ένα απάνω στον άλλο. Κι εκεί που ετοιμάζεται κανείς να κρίνει το αποτέλεσμα ως περίπλοκο ή δαιδαλώδες, ανακαλύπτει ότι η επίλυση που έχει δοθεί από τον λαϊκό τεχνίτη είναι ιδανική, εξαιρετικής επινόησης και κυρίως δίκαιη. Δεν βρέθηκε ποτέ κανείς να διαμαρτυρηθεί για καταπάτηση εμβαδού ή κάτι ανάλογο. Η παλιά κοινωνία είχε λύσει όσα οι επόμενες γενιές θεώρησαν δισεπίλυτα ενώ χρειάστηκαν μεταγενέστερες χιλιάδες σελίδων νομοθεσίας και ορισμών για να περιπλακούν ακόμα περισσότερο τα σύγχρονα προβλήματα.
Σήμερα διανεμήθηκαν διακριτά οικόπεδα. Και ως αποτέλεσμα έλλειψης φαντασίας ο καθένας τοποθέτησε την κατοικία του στο κέντρο. Η πανταχόθεν ελεύθερη τοποθέτηση δεν υιοθετήθηκε λόγω της ευρύτερης διέπουσας νομοθεσίας μια και ούτως ή άλλως είχαμε κατά νου να την αγνοήσουμε. Προέκυψε ως αποτέλεσμα της εύκολης πρόβλεψης ότι δεν θα ενοχληθεί ο γείτονας… Δεν θα του κόψουμε τη θέα και δεν θα του «φάμε» χώρο από το parking… Γιατί το γείτονα δεν τον είχαμε βοηθό στο κτίσιμο του δικού μας σπιτιού. Απλώς ως σύμμαχο τον θέλαμε (και μόνο) στην κοινή παραδοχή της αυθαιρεσίας και των πιθανών συνεπειών της…
--
Γιατί, λοιπόν, έκτισαν με αυτό τον τρόπο οι αυθαιρετούχοι του σήμερα;
Αυτό που διαχωρίζει τους δύο τρόπους οικιστικής ανάπτυξης να είναι διαμετρικά αντίθετοι είναι σίγουρα η ανάγκη κατοίκησης. Αυτή που όρισε τη μορφή, την επιφάνεια και τον χαρακτήρα. Οι παλιοί έκτισαν με βάση τις ελάχιστες ανάγκες εμβαδού και χρήσης, όπως άλλωστε υπεδείκνυαν ο τρόπος ζωής και οι συνήθειες. Οι παλιοί ήταν την περισσότερη ώρα της ημέρας έξω, δούλευαν, διασκέδαζαν και επικοινωνούσαν με τους συνανθρώπους τους.
Οι άνθρωποι σήμερα, καθοδηγούμενοι από τα ανούσια lifestyles, τους κενούς τρόπους ζωής κι επικοινωνίας, αναγκασμένοι για το περισσότερο και το μεγαλύτερο κατέληξαν σε κατοικίες-φαντάσματα. Σπανίως συναντάμε εκμετάλλευση του περιβάλλοντος χώρου αλλά πολλές φορές ακόμα και των χώρων εντός της κατοικίας.
Η απάντηση κρύβεται στην ψυχοσύνθεσή τους, τα διδάγματα των ενδιάμεσων γενεών. Στην ανάγκη να προσφέρουμε στα παιδιά μας ακόμα περισσότερα υλικά αγαθά και μόλις ελάχιστα πνευματικά αγαθά. Ελάχιστες αξίες. Στο οποίο συνηγόρησε η έλλειψη απαγορεύσεων και αστυνόμευσης σε έναν ούτως ή άλλως ιστορικά ταλαιπωρημένο και δύστροπο λαό.
Όχι στις πραγματικές ανάγκες κατοίκησης ή διαβίωσης.