30/11/11

Ένα σιγουράκι για το Σάββατο

Η Ελευθερία ήταν (και είναι ακόμα) σχεδιάστρια. Δουλέψαμε ένα διάστημα στο ίδιο γραφείο. Με βοηθούσε στα σχεδιαστικά μέρη μιας δουλειάς μια και τότε δεν το είχα ακόμα συμπαθήσει το pc, και τη βοηθούσα στα νομοτεχνικά, στα πολεοδομικά… που κάθε σοβαρός άνθρωπος θα έβγαζε σπυριά! Που και που, έπαιρνε και δικές της δουλίτσες, μπας και βγει ένα ενισχυμένο μηνιάτικο…

Ένα απόγευμα με ρώτησε αν θα μπορούσα να της υπογράψω μια αδειούλα. Εκείνη δεν είχε δικαίωμα να υπογράψει. Για νομιμοποίηση μιας περγολίτσας… «Να την πάρουμε τη δουλειά, μην τη χάσουμε!»

- Βέβαια, λέω, μόνο πάμε μια βόλτα να το δούμε…

Ήταν ένα μαγαζί, καφετέρια το έλεγε η Ελευθερία, στην Ηλιούπολη. Κι εκείνη πρώτη φορά πατούσε το πόδι της εκεί. Μέσα μου το καμπανάκι είχε χτυπήσει… Πολλά υποκοριστικά σε μια φράση (αδειούλα, περγολίτσα, τίποτα σπουδαίο μωρέ), και μια νομιμοποίηση. Το πράμα βρωμούσε… Μια και δυο βρεθήκαμε στην Ηλιούπολη, αργά απόγευμα προς βράδυ. Βρήκα να παρκάρω ακριβώς απέναντι. Νόμιζα αφελώς ότι είχα καταλάβει… Και βέβαια δεν πήρα ούτε μπλοκ για σημειώσεις, ούτε φωτογραφική μηχανή, τίποτα!

Η περγολίτσα ήταν τελικά το πρόγευμα από όσα θα ακολουθούσαν… Ήταν κανονικά στεγασμένη και κλειστή γύρω-γύρω. Το ότι πατούσε σε όλο το πλάτος και το μήκος της πρασιάς ήταν μια λεπτομέρεια που (α) έκανε αυτομάτως την αδειούλα της Ελευθερίας όνειρο θερινής νυκτός και (β) αυτό δεν ήταν υποχρεωμένη να το γνωρίζει η Ελευθερία. Περνώντας την είσοδο της «πέργολας» και πριν την κανονική είσοδο του μαγαζιού προλαβαίνω να δω καλοριφέρ, κλιματιστικά και ψυγεία. Η χαρά του εγκαταστάτη εξαντλήθηκε σε μια πέργολα εντός πρασιάς!

Οι δυνατές εκπλήξεις και συγκινήσεις μας περίμεναν εντός! Μπαίνοντας αριστερά ήταν το μπαρ. Δεξιά ήταν καμιά δεκαριά στρογγυλά τραπέζια με τσόχα! Μερικοί θαμώνες «περνούσαν την ώρα τους» φρόνιμα και ψύχραιμα… Ο καπνός από τα τσιγάρα έφτανε από το ταβάνι μέχρι το πάτωμα. Ήταν βέβαιο ότι τα ποσά που παίζονταν ήταν μεγάλα. Στο βάθος υπήρχε μια κουρτίνα περίπου τρία μέτρα πριν από τον πίσω τοίχο… Μια ύποπτη κουρτίνα! Αν γυρνούσες το κεφάλι στο μπαρ, καταλάβαινες τοι δεν ήταν και πολύ συνηθισμένο μπαρ. Πέρα από τους γνώριμους εξοπλισμούς, διέθετε δίκτυο για στοιχήματα παντός είδους…

Καθίσαμε στο μπαρ και περιμέναμε. Έφτασε ένας λεβέντης ο οποίος ήταν δεν ήταν 22-23 χρονών. Αυτός σίγουρα δεν ήταν ο ιδιοκτήτης. Και βέβαια ο ιδιοκτήτης ή αφεντικό δεν θα καταδεχόταν να κάτσει να μιλήσει με ένα μηχανικό για την πέργολα, σιγά το πράμα… Το αφεντικό είχε άλλα πράματα να κανονίσει… Μετά από προκαταρκτική κουβέντα, η οποία ήταν σύντομη, μεστή αλλά σημειωτέον δεν έχει περάσει καθόλου από το θέμα της πέργολας, μου δίνει ένα χαρτί…

- Μας το έστειλε η πολεοδομία» λέει…

Κι εγώ διαβάζω: Δήμος Ηλιούπολης, Δημοτική Αστυνομία, κατόπιν καταγγελίας κλπ… Οι καταγγελίες τότε ήταν ακόμα επώνυμες και ενυπόγραφες. Τα παράπονα; Ακολουθούσε αναλυτική λίστα:
1) Υπόνοιες για παράνομα παίγνια
2) Ανασφάλιστοι εργαζόμενοι εντός του καταστήματος
3) Δυνατή μουσική εν ώρες κοινής ησυχίας και
4) Παράνομη πέργολα (Αλήθεια, γιατί όλοι την λένε πέργολα;;;)

Κείνη την ώρα που παίρνω βαθειά ανάσα για να του πω τι να κάνει, περνά από μπροστά μου ένα μεταλλικό κουτί Chivas Regal γεμάτο κατοστάρικα… Ευρώ βεβαίως-βεβαίως… Η απάντησή μου ήταν μεταλλική!

- Πες του αφεντικού, να βάλει μερικά απ’ αυτά στην τσέπη και να πάει εκεί απ’ όπου σου στείλανε το χαρτί… Κάπως θα τα βρούνε…

Πάνω απ’ το τραπέζι, κάτω απ’ το τραπέζι, κάπως θα τα έβρισκαν. Άλλωστε τα αφεντικά ξέρουν από αυτά τα πράματα…

Πριν φύγω όμως, με έτρωγε η περιέργεια… Τι γύρευε εκεί η κουρτίνα; Τι θα μπορούσε να είναι πίσω απ’ την κουρτίνα; Την είχα στην πλάτη μου όλη εκείνη την ώρα, άκουα από πίσω μια κινητικότητα αλλά δεν πολυκαταλάβαινα… Έπρεπε να πάω να ρίξω μια ματιά. Άλλωστε όση ώρα ήμουν μέσα είχα δει αρκετά για να φάω ξύλο…

Ο αρχιτέκτονας δεν ρωτάει ποτέ που είναι η τουαλέτα, απλά ξέρει… Κι επειδή ήξερα, ρώτησα ευγενικά:

- Μπορώ να πάω στην τουαλέτα;
- Βέβαια!
- Πού είναι;
- Πίσω απ’ την κουρτίνα, αριστερά!
- Ευχαριστώ!!!

Ήταν τόσο άνετη η προτροπή του να περάσω πίσω από το πίσω μέρος που προς στιγμήν δίστασα... Μια σειρά ηλεκτρονικοί κουλοχέρηδες στέκονταν καμαρωτοί πίσω απ’ την κουρτίνα. Τα φωτάκια αναβόσβηναν σαν δαιμονισμένα, οι «χειριστές» είχαν μια απίστευτη ψυχραιμία σαν να έβλεπαν τηλεόραση, κι ας έχαναν μερικές εκατοντάδες ευρώ…

Τελείωσα το ουίσκι μου και σηκωθήκαμε και φύγαμε… Για μια ακόμα φορά ένας μηχανικός, προσέφερε τις «υπηρεσίες» του αφιλοκερδώς… Ένας ιδιοκτήτης θα έλυνε το πρόβλημά του με «λογικά» μέσα… Και η απορία που ανακύπτει: Τι θα μπορούσα να πληρωθώ για όσα του είπα του λεβέντη; Τι αμοιβή να ζητούσα;

Κανα σιγουράκι για το Σάββατο έχουμε; Κανένα μπετό, κανένα στάνταρ;

(ΣτΓ: Μπετό στη στοιχηματική ορολογία, αυτή των μπούκηδων, είναι το άχαστο παιχνίδι, αυτό που το αποτέλεσμα είναι από νωρίτερα κανονισμένο και δεν θα μεταβληθεί, Η "ορολογία" είναι "τόχουμε να πέσει και να σηκωθεί" και προέρχεται βέβαίως από την ιπποδρομιακή διάλεκτο...)