20/9/13

Το ίδρυμα, ένα φάντασμα μέσα στη σχολή


Το στέκι της Αρχιτεκτονικής δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα δωμάτιο διαστάσεων κάπου 4x5 στα αριστερά της πλαϊνής εισόδου του κτιρίου Αβέρωφ. Όλα τα χρόνια που πηγαίναμε στο πολυτεχνείο από εκείνη την είσοδο μπαινοβγαίναμε και την πρώτη καλημέρα τη λέγαμε σε όποιον βρισκόταν στο στέκι.

Δεν μου είναι γνωστή η σημερινή κατάσταση του χώρου ή η σημερινή του χρήση μετά την συνολική ανακατασκευή του κτιρίου, τότε όμως, το χειμώνα 1995-1996 χρησίμευε σαν χώρος συνάθροισης των φοιτητών. Ανοικτός σε όποιον ήθελε. Ανοικτός σε όλους. Περί χρήσης και κομματικών χρωματισμών –για όποιον …μυημένο οδηγείται η σκέψη του προς εκεί– η κουβέντα δεν θα πάει παραπέρα…

Το –τότε– στέκι της αρχιτεκτονικής, μια παρέα από καμία εικοσαριά ανθρώπους, μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων και δράσεων αναφορικά με τα τεκταινόμενα στη σχολή, ανέλαβαν την ευθύνη για την έκδοση ενός έντυπου περιοδικού. Ερασιτεχνικά και πειραματικά. Το μόνο που χρειαζόταν, το μόνο που ζητούσαν από φίλους και συμφοιτητές ήταν ένα καλό κόμικ ή ένα ενυπόγραφο κείμενο.

Καθ’ όσον το internet δεν υπήρχε τότε ή ήταν ακόμη σε εμβρυική μορφή, (οι έχοντες κωδικούς πρόσβασης σπαταλούσαν τα βράδια μια με μιάμιση ώρα στο dial-up για να αποκτήσουν πρόσβαση…) «το ίδρυμα» θα μπορούσε εύστοχα να χαρακτηριστεί μια πρώιμη μορφή αυτού που σήμερα λέμε blogging! Η αναμετάδοση γινόταν μόνο μέσω φωτοτυπιών και χέρι με χέρι. Το δε κοινό στο οποίο απευθυνόταν δεν έφευγε πέρα από τους τοίχους της αρχιτεκτονικής. Συνεπώς τα «χτυπήματα» σε κάθε «ανάρτηση-τεύχος» δεν ήταν περισσότερα από 200 με 300…

Και επειδή σαν αρχιτέκτονες ή εν δυνάμει εκκολαπτόμενοι, είχαμε μια έφεση στο σκίτσο, το κόμικ ήταν η δεύτερη φύση του μολυβιού μας… Αντί να σχεδιάζουμε συνθετικούς όγκους ή ξύλινες συνδεσμολογίες πέφταμε που και που σε μερικά ατοπήματα. Πιστεύαμε με το αθώο μας μυαλό ότι σατιρίζοντας τους καθηγητές και τους φίλους , μέσα μας κρυβόταν ένας Στάθης ή ένας Ορνεράκης, κι ότι το δυνατό μας σημείο ήταν το σκίτσο μας. Είναι κάτι περισσότερο από εμφανές ωστόσο ότι το σκίτσο μας είναι περισσότερο άτεχνο ή έστω αρχιτεκτονικό παρά καρτουνίστικο… 





Όσο για τα κείμενα, γιατί αυτά ήταν τα σημαντικά, αποτελούν σήμερα μια υπενθύμιση των φοιτητικών φρονημάτων, των δράσεων και των αποφάσεων. Από τις συνελεύσεις και τις καταλήψεις μέχρι και κριτικές για τη λειτουργία της σχολής ή την ίδρυση του φωτογραφικού εργαστηρίου, κάθε κείμενο κουβαλάει μια σειρά αναμνήσεων, εικόνων που έμειναν στο μυαλό, καταστάσεων που όρισαν αντιλήψεις και ιδεολογίες…

Το περιοδικό εκείνο δεν έκανε περισσότερα από 5 τεύχη. Ούτε ήταν καλαίσθητο… Επρόκειτο για μια σειρά από φωτοτυπίες πιθανώς άτεχνα συρραμμένες μεταξύ τους, στο χέρι κατόπιν προσωπικής εργασίας. Με εξαίρεση δύο από τα πέντε τεύχη τα οποία πήραν μορφή περιποιημένης βιβλιοδεσίας με χοντρό χρωματιστό εξώφυλλο και θερμοκόλληση! Όλη η φοιτητική ανεμελιά αλλά και οι ανησυχίες αναπηδούν μέσα από αυτές τις σελίδες… Κι εν τέλει ευτυχώς που δεν χάθηκαν με τα χρόνια κι αυτές!

Αν και οι επόμενες γενιές των φοιτητών αρχιτεκτονικής πήγαν πολύ πιο μακριά την ερασιτεχνική απεικόνιση της φοιτητικής σάτιρας (βλ. Dajenech ή άλλες σκηνοθετικές τρέλες) εκείνες οι φωτοτυπίες ήταν ίσως η λαμπρότερη αρχή. Είκοσι χρόνια μετά τις λες και συλλεκτικές…


Ο Γιάννης, ψυχή εκείνης της παρέας και συμφοιτητής μας, περιδιάβαινε στους διαδρόμους της σχολής με μια αφοπλιστική οικειότητα σαν να περπατούσε στο σπίτι του… Ψηλόλιγνη φιγούρα με πυκνή κατσαρή κοτσίδα και εφηβικό μουστακάκι. Που τον έχανες, που τον έβρισκες, στο στέκι θα ρωτούσες για κείνον.

Ο Γιάννης Σαρηγιάννης σήμερα δεν είναι κοντά μας. Έφυγε το 2007 σε ηλικία 31 ετών. Ξαφνικά… Μένει όμως στο μυαλό των περισσότερων από εμάς, των φίλων, των συμφοιτητών και των συναδέλφων του ως ένα μοναδικό κομμάτι από τα χρόνια στο Πολυτεχνείο, μια εικόνα των φοιτητικών στιγμών, ακλόνητη και αμετάκλητη. Που δεν θα φύγει ποτέ από κει! Τον θυμήθηκα αυτές τις μέρες και ανέσυρα από την αποθήκη εκείνα τα τεύχη…